Σάββατο 20 Δεκεμβρίου 2014

λεξόπλασμα


πιο πάνω αν σταθεί μια λέξη
μαντήλι γνέφεις
χάνεται το λιβάδι με τα ανοιχτά στόματα
το τελευταίο χαρτάκι μελανό
στάζει νεκρά αρώματα
ο κυνηγός χαϊδεύει ρίγος
ράχη στιλπνή το ελάφι
που τον κοίταζε στο κέντρο του μετώπου
και του'κλεβε το κρίμα
ξαστέρωνε με σφαίρα ασημένια
μωβ ανεμώνες γύρω
όταν εσύ με κύκλωνες όλα τα χάδια
τέτοια βρυσούλα οράσεως τα όνειρα
με ξεραμένα χείλη
να ξημερώνεις εξωραϊσμό κενού
για να ισορροπείς τους νόμους αλαφροπατώντας
και τα αξιώματα να καταρρίπτονται αλλού
καμία μάχη δεν υπέκφευγε τα θύματά της


 "ΠΟΛΥ ΤΟ ΡΙΞΑΜΕ ΣΤΟ ΛΑΜΔΑ ΤΗΣ ΟΔΥΣΣΕΙΑΣ
Πολύ το ρίξαμε στο λάμδα της Οδύσσειας κι ένα τριαντάφυλλο από απέναντι διεκδικεί τα διακαιώματά του…Στο κοινοβούλιο φυσάει ένα αεράκι από κυκλάδες βόρειες… Ένα κορίτσι με περιμένει πίσω από ένα πληκτρολόγιο που αντίς γράμματα έχει άνθη. Είναι κακό να περιμένει. Θα διαμαρτυρηθεί το πρωινό αηδόνι που την κοίμισε. Τα γιασεμιά της αυλής βαθαίνουν την πικρή τους ρίζα ν’ ανεβάσουν άρωμα… Ένας ερωτευμένος είμαι πάλι κύριε, που βγάζω νόημα κι απ’ το ασήμαντο. Ο Μάιος μόλις φάνηκε ορθοπεταλιά με το ποδήλατο. Έχει στην πλάτη χάρτινα φτερά κι είναι Αλβανός με σώμα ένδοξο… Η μέρα ακουμπάει στο λευκό τοίχο για να στηριχτεί κι ανασηκώνει το καλτσάκι της. Κορίτσι όμορφο με το φρύδι μαύρο και το στήθος άγουρο. Ανοίγω το τεφτέρι που φυλάω λέξεις τις πολύτιμες και υποδέχομαι το Μάιο γράφοντας: ευλογητικιά, παράκηπος, πλανέτο, γυροποταμιά, αχινοποδάτη, παιγνιώτης, ξωμονάστηρο, φουντάνα, ερημοτοπιές, ερωτικόβρυση, νησόπουλο, ανθόμοιος, αστροφύτευτη, ανάριμα, στεναξιά, ερημανθρωπία, αγριοκόριτσο, άκηπος, καλλίπενθος, ανεμοκαίγομαι, αλγινόεσσα, οργικό, κρημνιώτισσα, μπηχταράκι…Λουλούδια, πάρτε λουλούδια κύριε, λόγια ελληνικά…
Γιώργος Μίχος

Πέμπτη 18 Δεκεμβρίου 2014

πίσω σου


«Mείνε.. Mείνε..» φωνάζει στην πλάτη ο καθρέφτης
μείνε είδωλό μου, να σωθούμε κι οι δυο..
Ξάφνου στη μέση του χαμού
και κάτω στο χειμώνα των ατέλειωτων βροχών,
από τις λάσπες μυρίζει θυμάρι,
στα πεζοδρόμια που τρέχω άτι αφηνιασμένο
τα απορημένα μάτια των περαστικών που κλέβω,
κι όλοι οι χρόνοι κερασμένοι να με ξεπερνούν,
ξερόκλαδα πατήματα ακούγονται και πέτρες γωνιασμένες,
πλησιάζει,
ζεστό είναι το όνειρο κι είναι απαλή η αγάπη,
από παντού τρυπούν και μπαινοβγαίνουν
το αδύνατο, το άκαρδο, το άχρονο,
σκέψη μου σκαλωμένη μετρώ τα φτερουγίσματα,
τους κύκλους των καμένων ως το αλώνι του ήλιου,
σημάδεψα πετάγματος κλαδί και παρακλάδι,
ύστατο πούπουλο γυρνάει προς τα μέσα φοβισμένο,
φανάρια διαβάσεων τα μόνα φώτα της ερήμου,
ολούθε αίμα και δακρύων κυματομορφές,
η ματωμένη ανθρωπιά στο έρμα,
τρυπά το όνειρο ζεστό, λογχίζει η αγάπη,
στην στάση περιμένοντας,
μέσα σε κήπους μοχθηρούς με φίδια μεγαλώνουν,
σε χτυπημένα μέτωπα οργής,
σε χνώτα αφιλόξενα τόσο που ο μαστός φυραίνει,
σκιές δραπέτες βγαίνουν, χαρτάκια πεταμένα στα λασπόνερα,
όπως αυτά που φτιάχνω μαζί τους να κατρακυλώ,
και ύστερα ξαπλώνω με το παράθυρο ανοιχτό,
επίτηδες, ελεύθερος,
την ώρα να κραδαίνω,
την ώρα που από παντού τρυπά και μπαίνει
ο κλέφτης πόθος με τη χάρη και τους καθάριους ήχους
το χέρι σου επιτέλους να κρατώ..

Πέμπτη 4 Δεκεμβρίου 2014

δρύω


τρόμαξα με τη δυνατή μου σκέψη
τώρα η σκιά διπλή τρέχει μπροστά
όνειρο είναι ας περιμένει
τυφλό των πιθανοτήτων
αδιάφορο αν θα μπορούσες γρήγορα πιο πέρα
των αδυνάμων να πας
κι ας άνοιξε σε μια στιγμή ουράνιος τύμβος
εκεί να βουλιάξεις,
έμαθα ανάποδα το χειμώνα αθώα να αγναντεύει
καθάριο πέλαγος, άσπρο αφρό να προμηνύει ξαστεριά
Πού είσαι Ξένε;
ανάμεσα σε Μένα να σταθείς και στο Φόβο
ανάμεσα σε Σένα και στο φόβο Εγώ,
ανάμεσά μας μια βελόνα φωτός να πλατιάζει
κοίταξε το αποκορύφωμά μας
που ορθώνεται ετούτο το λεπτό
σαν άλλος άνθρωπος
και μη θαρρείς πως τα κουτάβια ουρλιαχτά μες στη βροχή
είναι πολύ μακριά..



Δευτέρα 24 Νοεμβρίου 2014

αφορισμός

με κοιτάς με το μαλαματένιο πρόσωπο στραγγισμένο
ο χειμώνας μουλιάζει εδώ κοντά
χάσου και συγχώρεσέ μου τα δεμένα χέρια
αλίμονο δεν φτάνω
ζω για να ονειρεύομαι πως θα ζήσω
δυό μίλια γλώσσα και χεροπόδαρα κουλά
δεν πετάνε ούτε μία νυχτοπεταλούδα
Περπατώντας στο λιακωτό ήλπιζα το χαράκι του ήλιου
να μου κρατάει το χέρι, πέρα απ΄το τότε,
όταν δε θα υπάρχει η σκιά μου
πηχτό σκοτάδι
κι ούτε το φεγγάρι δε διορθώνει
τα συστηματικά σφάλματα των εποχών

Τετάρτη 12 Νοεμβρίου 2014

can fly


στους κεραυνούς κλωνάρι ασημένιο
να με κοιτάς με το μαλαματένιο σου πρόσωπο
τόση βροχή μετά
με το μαλαματένιο πρόσωπό σου
σοβαρό δίχως κελαηδίσματα
τι εδώ να περιμένω γονυκλινής στο δόγμα
τυφλή παλίρροια έρχεται
κοχλάζουσες, αφρίζουσες να με λυτρώσουν,
τα κουδουνίσματα και τα βελάσματά τους από μακριά,
ποτάμια άπονα να ξαγρυπνούν ορμές για να τις υποστείς,
για να τις προσπεράσεις,
οι λέξεις
τις άμορφες ώρες, τις μικρές της ύπαρξης
δεν ήρθαν για να με ζητήσουν,
να με προβλέψουν ήρθαν
περαστικά πτηνά διανύουμε το τέλος εποχής
μια προσευχή σε φουσκοθαλασσιά
για τα παιδιά των περασμένων χρόνων
που στον αφρό δονούνται στραγγισμένα
ψάχνοντας τα μικρά τους καρυδότσουφλα για να αρμενήσουν ως εκεί
από το άλφα στο ωμέγα
κι ύστερα να τα κλαις


Κυριακή 2 Νοεμβρίου 2014

"και βγαίνει απ΄την Άνοιξη με μια λαβωματιά"


ακολουθώντας μία έκρηξη
σε μονοπάτια βρέθηκα κομματιασμένη,
αστερούσια σκόνη,
μέσα σε μια λερναία ύδρα πιθανοτήτων,
αβέβαια ως τα πιο μύχια λημέρια,
απόμεινε μία στιγμή ευδαιμονίας
με τους φίλους -παντού τόπος-
μα τούτη η μέγγενη της εξαφάνισης άκαφτη δυναμώνει
η ανάσα βλάσφημο ρολόι
δύο φορές το δείκτη μακριά σου προσπερνά
μαύρο καιρό φαγώνεται ο βράχος,
ούτε το φως, σκοτάδι ούτε, δεν ανάβει,
δεν θα σημάνει τίποτα η γνώση
μόνο τα μάτια δυσκολεύουν κι η σιωπή κεντά

Τρίτη 21 Οκτωβρίου 2014

βιοφωσφόρος

Πατέρα,
κορφολογημένοι να μην ψηλώνουμε άλλο
αρχίζουμε να σκύβουμε στον πλούτο της ζωής
με το καρφωμένο λεπίδι στο πάνω στομάχι
που  αλέθει και χτυπά σαν ξεχαρβαλωμένος μύλος του Θερβάντες
σκύβουμε στα αναφιλητά του Άδη
Μέσα από το φυλάκιο κοιτάζω τα παράσημά μου
μία τα λίγα μέλη που μου απομένουν
δύο την εξώσφαιρα οπού θα συναντηθώ με τις αγάπες μου κάποτε
αυτές που βάψανε παντού με το ουράνιο τους τόξο
δίχως να μ'απασχολεί πως θα τις χάσω ξανά
και ανοίγω το στήθος ως το τελευταίο χιλιοστό
ορκίστηκα
και σκάβω στο κάρβουνο με χάρη

Παρασκευή 17 Οκτωβρίου 2014

το τώρα


γιατί ποιός το μπορεί
το τώρα να ελπίζει στο αύριο;
πόσο τώρα να κρεμιέται στις ανεμόσκαλες
με τα απέραντα ενδεχόμενα απωλείας
και κάθε τόσο στα μετέωρα
να του ξεφεύγει ένα λαθραίο κοίταγμα
φωτιές ανάβοντας στην περιφέρεια της άμμου
δάση ορκίζομαι να οργώσω
μόλις λευτερωθώ του γάντζου
σε τόπους εξορίας να μεγαλώνω το φως τους,
να σβήνω το τώρα που ως το ρέμα δεν με έφτασε
Έσκαψα στον κορμό μου μια σπηλιά
για τ' ανοιξιάτικα πουλιά
για όσα δε θα γενούν τώρα


Κυριακή 12 Οκτωβρίου 2014

ρετσίνι



Το γεμίζεις κι αδειάζει, τρύπιο το ποτήρι μου
Διψώ
...........................................................
Ύστερα περπάτησα στη βρεγμένη χλόη
κι οι λάσπες ως τα μάτια μου σκαρφάλωσαν
πικρή ως το μεδούλι η γλώσσα
κι η κάμπια να την τρώει
κοκκάλιασα με το σπαθί
αγώνες απροσμέτρητοι βροχής
αν δεν υπήρχε η κλειδωμένη σου εικόνα,
ακίνητη, καρτερική
θα νόμιζα πως δίπλα περπατούσες,
πως άκουγες τους ήχους,
του πόνου τον τριγμό
όσο να προσπαθώ από τη μύτη της βελόνας
να περάσω μιαν ατσάλινη κλωστή
το αίμα για να κόψω
στη λάμα μου πώς χάραζες για ευχή
το όνομά σου και τη λέξη
Ότι αγαπώ παρέα μ'έναν αγγελο φτερουγάει
και τον ρωτάει για λύτρωση
Αυτός, απλώνοντας μία δυνατότητα
τους κλέβει όλους μακριά μου
όπως τα όνειρα που αλλού φωτίζονται
αλλού είναι o γλυτωμός

Τρίτη 30 Σεπτεμβρίου 2014

αν ιερό


πιο μακριά κι από του ταξιδιού τα μάκρη
κανόνιζα άλλα να σου πω
βουνό δεν την ξεχνώ τη ράχη
φύλλο ούτε τις ραφές σου
ξημεροβραδιαζόμουν ήρεμη κάποτε
στις θήκες των οργάνων σου
ξαπλωμένη παρέα με τους κεραυνούς τους
τώρα που στάζει μέσα μου άηχος ποταμός
πηγαινοέρχομαι αγρίμι να γεννώ την ηχώ σου
να μ' ελευθερώνω
πάνω σε μάστιγα που έρχεται γοργά
με ένα χέρι απαλό δροσάτο δίχως το πρόσωπό του
λύγισα κλωνάρι
το χέρι μου κρατά μαύρος αβύσσου δίσκος
Δώσαμε, δώσαμε σκούρο βαθύ
Γύρνα μας στο φως
"Δε δώσατε, δε δώσατε" της λέγει ο εφιάλτης
γυμνός κυλιέται στα κοκκινοχώματα, του χάρου ο αδερφός
σκόρπια τα μαύρα ρούχα στο καλάθι
κι η αγκαλιά γιατρειά του μέλλοντος
αγέννητος σπόρος
"Δε Δώσατε Δε δώσατε"
Η άμμος πλέκει σάβανα στο βυθό
Τετελεσμένος χρόνος ας γενεί
να χαιδεύω τα ζεστά νερά της
γκριζογαλάζιο φθινοπώρου
κι εσύ να μου κρατάς το φιλί ζεστό

Παρασκευή 12 Σεπτεμβρίου 2014

λιωμένο παγωτό


μαζεύω σταγόνες και φύλλα σκόρπια
περνώντας έξω απ'τον παράδεισο
κι οι φράχτες υψώνουν αντιρρήσεις
τέτοια σφραγίδα ελλιπούς που κουβαλάω
κάποτε έρχονται μέρες θανάτου όταν αθανασία οσμίζεται
το νήμα που μυστικά με τραβά κοντά σου
μακραίνω μα δε σε βρίσκει
πίσω κοιμούνται και ξυπνούν τα νωτισμένα από πάχνη τοπία
κι οι αγκαλιές ανθών ξυραφίζοντας
Ακροπατώντας, γκρεμίζεται
η φυσιά του ανέμου απ'το παράθυρο

Κυριακή 7 Σεπτεμβρίου 2014

πάντα


Σειρές διπλές τα περπατήματά τους
πουλιά που κλέβονται ως το ίχνος από άλλους τόπους
Το πάντα του ορίζοντα κρατάει από φόβο 
την υπόσχεση που χάνεται
κι εγώ κρατώ για το δρόμο ένα κεράκι τάφου
να χνωτίζει το τζάμι
Δεν είναι απαλή η θάλασσα
ούτε αρκετή όταν με αφήνει ξέμπαρκη
ν' αδειάζω από καλοκαίρι
Παλεύω με το τρύπιο σκάφος
κι από ψηλά τα φτερουγίσματα αφανίζονται

Παρασκευή 1 Αυγούστου 2014

του μίσους χορδές

Κοιμούνται στο βυθό χωνεμένοι ιππόκαμποι, στη δροσιά του,
στην επιφάνεια ένα κομμένο κεφάλι παιδικό σπαρταρά στην άπνοιά του
από της μάνας την ποδιά ως την αφάνεια
πού ακούστηκες του πόνου της, ηχώ,
ουρλιαχτό κύματος ακοίμητου ως εδώ κάτου;
σαν το χαρταετό να σε κρατώ απ'το σκοινάκι σου να με πετάς ψηλά,
βουλιάζουμε γοργά παιδιά της Γάζας
στην ολοφάνεια των μελλόντων κείμεθα Παράδεισος νεκρός

Δευτέρα 14 Ιουλίου 2014

χαμελαιών


απορώ που
στα εντόσθιά μου ο μονομάχος των καημών
άπραγος περπατάει
στο αλώνι του ήλιου
ο στόχος μιας άσφαιρης μέρας σιωπά
δεν υπάρχει σκοπός να τη διπλώσει στα δυό
ανέμελα είμαι εκεί που γη δεν ακουμπώ με το μάτι
για να την κάνω δική μου
τώρα μπορώ να απαντήσω διπλά
μία ριπή για κάθε στήθος
ελεύθερος είναι αυτός που όσο πορεύεται αγαπά
στο δευτερόλεπτο που καταρρίπτεται ο καημός
μια νέα αρχή εκδοχών ανθίζει
ο κόσμος γίνεται εκδοχή
και η αρχή της θάλασσας το λάμπος,
των ανέμων οι αφροί,
η εκδοχή να σε καταπιεί το νερό
σε ανεύρετα για το κορμί σου βάθη
δεν σ'αιφνιδιάζει
όταν αδειάζει από άστρα ο ουρανός
θα ξαναγυρίσουν
να φωτίσουν πανηγυρικά τις πολεμίστρες στα κάστρα






Δευτέρα 23 Ιουνίου 2014

λούπα



με κλειδώνεις σε τροχιές που εξουθενώνουν σπουργίτες
το κατακάθι είναι φτιαγμένο από κύκλο
βαραίνω κι ανασαίνω το θειάφι
μη μαρτυράς πως οι χαρές φτερουγίζουν μακριά
σα δύο πλάνα χέρια που κρατούν ένα περιοδεύον φύλλο
ξεγελώντας το χρόνο σε μια εργατική τους στάση,
μια χάρτινη εικόνα, μια γεύση από τη ζωή των άλλων,
αγάπη μυθικός εωσφόρος
και όλο να ξεφυλλίζω το ίδιο

Κυριακή 15 Ιουνίου 2014

γέγοναι


στο χνώτο αθόρυβη
σκιά απαλή στο μεσονύχτι γλυστράς
σβησμένη η τροχιά του φεγγαριού
στο σύμπαν του στέρνου 
διαλύεται η τελετή
σε μένα ανήκουν τα απέταλα άνθη
όσο αρραβώνας στη μνήμη δε βρίσκεται
έτσι δεν είπες;


Σάββατο 31 Μαΐου 2014

αϋπνιο

Απέθαντα καλλιεργούνται ριζικά
να μη σταυρώνει δίχως τους ανθός καλοκαιριού
δύο γούβες στην άμμο τα μάτια στεγνώσανε
μήτε σχήμα πια.
oι αλυσίδες των χρόνων θαμένες
με τ'απομεινάρια των κόσμων
τα σκεπάζει η άμμος με τον άνεμο
κι όσο περνάνε κύματα
κομμάτια ξασπρισμένα κόκκαλα ξεβράζουν
κυκλώνοντας όλα τα φανάρια
κουράστηκα να μένω στο μουράγιο
να κοιτώ τις διαδρομές
κι απ΄τους πυθμένες να φωνάζουνε οι ίσκιοι
Βαβέλ του σκοτωμού απλώνεται σ' ανατολή και δύση
άλλοι να πνίγονται στα αίματα
και άλλοι να κρεμιούνται
αποχαιρετώντας απ'τις κουπαστές.

Δευτέρα 19 Μαΐου 2014

τροχαίο


στην τελευταία ακροπεταλιά μέσα στο χάος
άνθρωποι, ζώα, στόματα, μάτια, έρωτες,
στη μέση σε χώρεσα,
είναι πλατύς ο δρόμος που απλώνεσαι,
νότο να παίζεις, νότο να με κοιτάς πανώριο μου σχήμα
και πρόσχημα να ζεις μια θλίψη
στάλες βροχή πάνω απ΄το κύμα
ασήμι που σου χρωστάει να γενεί χαρά
όλα τα χελιδόνια να κυκλώνουν το χωράφι μου
λες Αύγουστο άραγε ακόμα το φανάρι να κρατάς στη δύση;

Δευτέρα 5 Μαΐου 2014

polvere




με τι να αναμετρηθεί o νόας
όταν αποχωρίζεται του κόσμου που ανέλαβε
να του δώσει ζωή σε σκυτάλη
τότε δεν ήξερε σε ποιό βάθος χαράδρα θα πέσει να τη χάσει
ποιό υψόμετρο θα σκαρώσει να τη χαρεί και να ελπίζει
δέκα του επώδυνου δευτερόλεπτα
και μέτρα να του πάρει για τα μέτρα του
ώσπου να ελευθερωθεί και πάλι
στα χέρια έχει μείνει μια κορδέλα
και τον βγάζει στο ανάμεσα του μίσχου για μια μέρα,
για ένα μήνα που φαντάζει πάνω από τους άλλους
μ' ένα στεφάνι να ευωδιαζει
Θα τον τυλίξει όπως κάθε χρόνο με τα ίδια ρίσκα
δήθεν για ένα άγνωστο ταξίδι σε πολλά υποσχόμενο προορισμό


Τετάρτη 16 Απριλίου 2014

miracoli


μην κοιτάς που ανθίσανε τα ρόδα κι οι λεβάντες
είναι πάντα πιο μπροστά η άνοιξη
απ'το γίγνεσθαι
κι εγώ κοιτάζω το μεγάλο κήπο
νομίζοντας φθάνω μαζί σου κοντά καλοκαίρι
κρατιέμαι κορμί
δραπέτης να φύγω σ' ένα αστέρι
λησμονημένη να'ναι τότε η φυλακή μου
ξενύχτησα ανόρεχτα άνεμε
πίνοντας νέκταρ από άγια στόματα
κι απομένει να ρίξω πίσω τα ονόματά μου
άννα, λάγνα, ου πορεύεσαι
στο γεφύρι που χτίζεται ίντσα μισή
στο βράδυ που στην άκρη του πατάς
φόβος δεν είναι μα ούτε είναι φως


Τρίτη 1 Απριλίου 2014

πεζούλι


κεντούσε με το κλαράκι σα δοξάρι ένα φύλλο συκιάς
σαν η βελόνα με μαγική κλωστή
λες ώρες ολόκληρες καθισμένη στο πεζούλι
πόσο να περιμένω, πόσο να αδειάσει ο καιρός
τα άχρηστα από τα γεμάτα συρτάρια του
στάζει το φύλλο γάλα και κολλά στα δάχτυλα
τον ακουμπώ αλλά δεν νοιώθω να βγαίνει ανάσα
χαμένος ήταν πάντα, αλλοπαρμένος
πάνω από το κεφάλι του πετούν ξανά χελιδόνια
οι καημοί στροβιλίζονται με τον άνεμο
στα φυλλοκάρδια του στήθους
λες τόσοι ωκεανοί χρυσανθέμων ταξιδεύοντας
θα φτάσουν επιτέλους στην απόκοσμη ράχη
κι ο έρωτας θα σε κάνει τυφλό να παραπατάς
ως εκεί που δεν τελειώνει ο δρόμος του..


Πέμπτη 20 Μαρτίου 2014

μυροφόρα

στα ξαφνικά ήλιος έπιασε να σπρώχνει το παντζούρι
και το μέτωπό μου
ο ήλιος το μεγάλο κίτρινο σημάδι
στο μεσουράνημα των οφθαλμών
απ'το στρατό των κίτρινων ανθών που πνίγουν τα χώματα
μια παπαρούνα κόκκινη στοχεύει
Χαιρετισμοί, άγια αυλή των θρήνων
μέρες που η γλώσσα αλμύρα γεύεται στην άκρη
να γλείψει να προλάβει τις πληγές
ότι δε γίνεται σβήνει μαζί με το θυμό
αλλά το θυμικό διαβρώνει τις σχισμές
και μια στιγμή θα ξεχυθεί σα λάβα
όλα τα σχήματα, όλα τα χιόνια να κορφολογήσει, να καταλάβει,
λεία άμμος ψηλά ψηλά του κάμπου ξαπλώθηκα
κατω από το σταυρό

Δευτέρα 10 Μαρτίου 2014

πλάνη


υποφέρω στη σιωπή το βάρος των σκέψεων που δε διαφεύγουν σε λέξεις
μόνο καμιά εικόνα ξεπηδά από το μηδέν στο ένα
σα βήμα μωρού που στηρίζεται όρθιο
κρατώντας σφιχτά το δάχτυλο της μάνας
στάζοντας για λίγο τη χαρά ενός επιτευχθέντος στόχου
κι έπειτα την πίκρα ενός παρελθόντος χρόνου
γερασμένος κι ετοιμοθάνατος
Μα η εικόνα αυτή στιγμιαία καλύπτει αχνίζοντας τον κόσμο μπροστά
μια μυρωδιά από γιασεμί που επιστρέφει νικηφόρα
από τον κήπο των χαμένων υποσχέσεων
και των απέραντων αποστάσεων

Δευτέρα 3 Μαρτίου 2014

φόρα τα φτερά

Θα έρθει η άνοιξη
φοβάμαι μήπως μπερδευτείς σε φώτα
για μένα δε φανείς
σήμερα παρακάλεσα τον ουρανό
για το μικρό το όσο άσπιλό μου
να στείλει την ευχή σε ρότα
μαζεύω θάρρος, μαζεύω ρόδια,
σχεδιαγράμματα, χάρτες, διαφυγή,
αλλά ανυπόμονη που ακόμα βλέπω την σκιά της
πόσο βαριά, πόσο αργά ανεβαίνει στα ψηλά
έβαλα κλάματα βουβά
πως όλα στάχτη πάνω μου θα πέσουν
σαν και πρώτα
μήτε η ευχή, μήτε το φως
μήτε του σπουργιτιού το όνειρο
χτύπος στο τζάμι θα σπάσουν
πουλιά που μπερδεύονται
σε κλειστό παράθυρο



Παρασκευή 28 Φεβρουαρίου 2014

τριαντάφυλλο


μετά της μέρας την σκουριά 
σαν τελευταίος χρήστης περπατώ
μέτωπο στραμμένο στο πλακόστρωτο
Αντίθεση που έχουν, κατηφορίζουσες οι ώρες,
με τα γέλια από παιδιά
αθώα σπάνε το κλουβί τους
ώρα Αποκριάς,
το ρόδο μου χλωμό διαμελίζεται,
μίσχος γυμνότερος από ποτέ
περνώ τους χρόνους με χαμόγελα χειμώνα,
γυμνότερος κι από αρχής λαθών,
που έβγαζα τα πρώτα πέταλα,
είμαι αυτός, εντός εκτός,
καρφιτσωμένος στο πέτο του μασκαρεμένου κόσμου
κρυφοκοιτώντας
ίσως εφέτος να ξετυλιχεί
κόκκινη άνοιξη κλωστή και να πετάξω αετός
από άγγιγμα ανέμου





Τετάρτη 19 Φεβρουαρίου 2014

Μικαέλ


έτσι είπε και τάχυνε το βήμα να προφτάσει
πέταξε την πραμάτεια από την πλάτη
με το ρολόι να μετράει το ανάποδό του
στον τοίχο δίπλα στην εξώθυρα
κλείνει την πόρτα,
ξεκίνησε, βαδίζει κι όλο πίσω μοιάζει
φαγώθηκαν οι αστράγαλοι και το σακίδιό του
σ'ανατολή, σε δύση ανάβουν σβήνουνε οι ήλιοι
τόποι μου άφαντοι ακριβοθώρητοι και λίγοι
τραβήξτε με να ξεκολλήσω το μηδέν
αν ξεκινήσω σήμερα δίχως να κάνω στάση
θα γευτώ το χώμα, θα λειώσω κάτω από την πέτρα
σ'ένα απ' τα μέρη που με έχουνε χαράξει
θα διασχίσω μια ανάσα έναν ωκεανό
τρέμε χειμώνα 
θ' αγκαλιαστώ το ρούχο το βελούδινο να με σκεπάσει
χελιδονιού φτερούγα 
κι όχι μια ψωριασμένη ανακωχή
διαμαρτυρία σ' ένα σκήνωμα ζωής
σε τάξη καθωσπρεπισμού
παλίρροια μας δέρνει και μας πνίγει
κεντώ το σάβανό μου με μετάξι
ελπίζω να με προλάβεις απ΄τα δόντια του..


Τετάρτη 12 Φεβρουαρίου 2014

λιόδεντρα


πάντα θα με τραβά από τα πόδια κάτω
βαθύτερα κι απο τη ρίζα του λωτού
ένα πιο πέρα από το μέσα του αγκώνα
κι απ'τους καπνούς του ουρανού
το χέρι σου
κοντά θα με τραβούσες
σημάδι που αναρροφά το δέρμα
κάθε αυγή που ανοίγουμε τα μάτια
έρημοι πειρατές του ήλιου 
κρυφτό μας παίζουν βράχοι άγραφοι λευκοί
και φράχτες πεινασμένοι,
εγώ θα τα ξεχνώ
όλα τα πρόσωπα ανύπαρκτα είναι
σκιές του ονείρου
αν δεν έχω βρει εσένα
Το φτάνω το αχανές
της κόγχης των ματιών σου
όπου να ναι θαρρείς
κοιτάζω μέσα από το θάμπος
της κόρης που μελανώνει τα γραπτά της
τηγμένος έγινες πυρήνας και ατμίζεις
όσο βουρκιάζουμε δεμένοι
στους πόλους της γης
Άραγε το πρόσωπό σου υπάρχει;

Πέμπτη 23 Ιανουαρίου 2014

περίμενα

πόσο θα έτρεμα από χαρά
αν μου έμελλε να ξεσκεπάσω
το όνομά μου στην Οξυά
στους ξεχασμένους λόφους
κλαδιά που με κρατήσανε λευκή αγκάλη
δίχως κόμπους
ήλιος δεν την ξεπέρναγε
μόνο η κλεφτή αχτίδα
στο μέτωπο κεντίδι
που τώρα καρβουνιάζει
να με τραβάς φωτογραφία
κι αβυσσαλέα του κενού να μοιάζει
νά' μαι ο μύθος ο πολύς
που πάσχιζες να ξεπεράσεις
η ολόγιομη υποδοχή του δάσους
εδώ τα αρώματα στεγνώνουνε
πώς μας προδώσαμε
μια τρύπα ανοίξαμε
μόνο εκεί να ξεπηδά το βιός μας
ρωγμή των πέρα κόσμων
ένα και δυο ρημάδια προχωρήσαμε
εν' δυο
πιάσε με χέρι για το γύρο του θανάτου
έτσι να κοιταζόμαστε
μέσα απ'το περιτύλιγμα

Δευτέρα 6 Ιανουαρίου 2014

Ιορδάνης


ο χρόνος τρέχοντας διανύει το πεφωτισμένο Του κέντρο
το βλέμμα γαλανό, νεροπομπή κυρτώνει,
λευκά φτερά στο αίμα
ολόγυρα διαπερνώντας το γυμνό Του δέρμα, Ένας με το Φως,
η ποτάμια πνοή ανάποδα κυλά στην ηχώ της Μεγαλοσύνης,
Γαλανή μου Αγάπη όλα τα στέρεα βαστούν ακόμα πιο γερά
κι όλα τα άυλα δονούνται στο γιορτινό Σου κύκλο 
την ώρα που υπέρλαμπρο στεφάνι στεφανώνει
γονηπετή μια πλάση στην αγκαλιά Σου μέσα
γελά ο θάνατος που ξεσκεπάζει
της μοναξιάς το άσπρο του καστόνι
θα ειδωθούμε στο πικρό Σου τέλος

Σάββατο 4 Ιανουαρίου 2014

αντίλαλος


θα μείνουμε στο πόδι του κρεβατιού
παλίρροια σβηστών μικροθαυμάτων
τρελλοί, καραβοτσακισμένοι, άπονοι,
να καίμε τα ναυάγια απομεινάρια,
να ανάβουμε κεράκια γυρισμών,
κατάντι των χαμένων αναμνηστικών καθρέφτης
να μας νικάει με άλλους εραστές
ο λύκος της σάρκας από το ταβάνι,
ο κλέφτης ή το έρμα,
η σκέψη της στέπας στο μαξιλάρι
σε μουλιασμένια δάχτυλα 
δαντέλα κορυφώνει το συλληπητήριο σου
γιατί κοιτάς την παγωμένη Ανταρκτική
να δώσεις για πατρίδα, κι όχι εμένα
δε βρήκα μ'ακούς, δε βρήκα κρύσταλλο
μόνο ένα ανάξιο αντίλαλο σπίρτο συλλαλητήριο σου

δεν έχεις να στείλεις ούτε μια νεράιδα λοιπόν;
είπα θα με ντύσεις ζεστά στη σκέψη σου
όχι λευκή παρτίδα

Τετάρτη 1 Ιανουαρίου 2014

θειάφια



Καινούργιος δείκτης ωρολογίου
καιρός να μαζέψουμε τα ματωμένα ρούχα
απ΄τα σχοινιά της ανθρωπότητας που αλυχτούν μερόνυχτα
χρόνια ολάκερα καημών και εγκλημάτων
να κοιτάξουμε στον καθρέφτη
τι πιο ανθρώπινο από το ζώο
που κατακρεουργεί το ομοούσιο και το όνειρό του
να το σκοτώσουμε προτού αδειάσει το τελευταίο ηλιοστάσιο

Όσο για κείνο,
ακόμα ψάχνει τι υπάρχει κάτω απ΄το παχύ του δέρμα
και αν θα εμφανιστεί κάποτε ο άγγελος
που τού' χουν υποσχεθεί..