μετά της μέρας την σκουριά
σαν τελευταίος χρήστης περπατώ
μέτωπο στραμμένο στο πλακόστρωτο
Αντίθεση που έχουν, κατηφορίζουσες οι ώρες,
με τα γέλια από παιδιά
αθώα σπάνε το κλουβί τους
ώρα Αποκριάς,
το ρόδο μου χλωμό διαμελίζεται,
μίσχος γυμνότερος από ποτέ
περνώ τους χρόνους με χαμόγελα χειμώνα,
γυμνότερος κι από αρχής λαθών,
που έβγαζα τα πρώτα πέταλα,
είμαι αυτός, εντός εκτός,
καρφιτσωμένος στο πέτο του μασκαρεμένου κόσμου
κρυφοκοιτώντας
ίσως εφέτος να ξετυλιχεί
κόκκινη άνοιξη κλωστή και να πετάξω αετός
από άγγιγμα ανέμου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου