Τρίτη 30 Σεπτεμβρίου 2014

αν ιερό


πιο μακριά κι από του ταξιδιού τα μάκρη
κανόνιζα άλλα να σου πω
βουνό δεν την ξεχνώ τη ράχη
φύλλο ούτε τις ραφές σου
ξημεροβραδιαζόμουν ήρεμη κάποτε
στις θήκες των οργάνων σου
ξαπλωμένη παρέα με τους κεραυνούς τους
τώρα που στάζει μέσα μου άηχος ποταμός
πηγαινοέρχομαι αγρίμι να γεννώ την ηχώ σου
να μ' ελευθερώνω
πάνω σε μάστιγα που έρχεται γοργά
με ένα χέρι απαλό δροσάτο δίχως το πρόσωπό του
λύγισα κλωνάρι
το χέρι μου κρατά μαύρος αβύσσου δίσκος
Δώσαμε, δώσαμε σκούρο βαθύ
Γύρνα μας στο φως
"Δε δώσατε, δε δώσατε" της λέγει ο εφιάλτης
γυμνός κυλιέται στα κοκκινοχώματα, του χάρου ο αδερφός
σκόρπια τα μαύρα ρούχα στο καλάθι
κι η αγκαλιά γιατρειά του μέλλοντος
αγέννητος σπόρος
"Δε Δώσατε Δε δώσατε"
Η άμμος πλέκει σάβανα στο βυθό
Τετελεσμένος χρόνος ας γενεί
να χαιδεύω τα ζεστά νερά της
γκριζογαλάζιο φθινοπώρου
κι εσύ να μου κρατάς το φιλί ζεστό

Παρασκευή 12 Σεπτεμβρίου 2014

λιωμένο παγωτό


μαζεύω σταγόνες και φύλλα σκόρπια
περνώντας έξω απ'τον παράδεισο
κι οι φράχτες υψώνουν αντιρρήσεις
τέτοια σφραγίδα ελλιπούς που κουβαλάω
κάποτε έρχονται μέρες θανάτου όταν αθανασία οσμίζεται
το νήμα που μυστικά με τραβά κοντά σου
μακραίνω μα δε σε βρίσκει
πίσω κοιμούνται και ξυπνούν τα νωτισμένα από πάχνη τοπία
κι οι αγκαλιές ανθών ξυραφίζοντας
Ακροπατώντας, γκρεμίζεται
η φυσιά του ανέμου απ'το παράθυρο

Κυριακή 7 Σεπτεμβρίου 2014

πάντα


Σειρές διπλές τα περπατήματά τους
πουλιά που κλέβονται ως το ίχνος από άλλους τόπους
Το πάντα του ορίζοντα κρατάει από φόβο 
την υπόσχεση που χάνεται
κι εγώ κρατώ για το δρόμο ένα κεράκι τάφου
να χνωτίζει το τζάμι
Δεν είναι απαλή η θάλασσα
ούτε αρκετή όταν με αφήνει ξέμπαρκη
ν' αδειάζω από καλοκαίρι
Παλεύω με το τρύπιο σκάφος
κι από ψηλά τα φτερουγίσματα αφανίζονται