Λαχτάρησα και πέταξα λιποψυχιάς φτερά
Άγιε Φραγκίσκε του φτωχού λησμονημένου Φάρου
Άγιε Φραγκίσκε του φτωχού λησμονημένου Φάρου
Το κώνειο ήπια
Να' ρθω να σε βρω
Να' ρθω να σε βρω
Της ευφροσύνης ήταν φαρμακερό το ακόντιο
Και του έρωτα ο υπαινιγμός
Πνιγμός από τα βάθη
Δεν παίρνει άλλα λάθη ετούτος ο
καιρός
Δεν έμεινε η αντοχή
Δε μου΄πιασε το χέρι
στα μάτια μου έστησε καρτέρι ο λόγος ο μισός.-
Δε μου΄πιασε το χέρι
στα μάτια μου έστησε καρτέρι ο λόγος ο μισός.-
Υπέροχο!
ΑπάντησηΔιαγραφήΑσάλευτε, να είσαι καλά, σ'ευχαριστώ. Καλώς όρισες. Θυμούμενη εκ βαθέων (γιατί όταν τα γράφω, τα λόγια λες και τρέχουν μόνα τους) είναι όπως όταν κάποιος αγαπημένος έρχεται και σου ανακοινώνει με ένα πένθιμο ύφος: "Θα ήθελα να σου πω κάτι για εμάς το οποίο είναι κατά 50% καλό και κατά 50% κακό" και σε στέλνει για ύπνο μια κι έξω..
ΑπάντησηΔιαγραφή